Ενδομητρίωση

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΑΣΘΕΝΕΙΑ;

 

Το ενδομήτριο είναι ο βλεννογόνος χιτώνας της μήτρας και απαντά στη δράση των ορμονών κατά τη διάρκεια του εμμηνορυσιακού κύκλου.

 

Στην αρχή του κύκλου, τα οιστρογόνα που εκκρίνονται από τις ωοθήκες προκαλούν πάχυνση του ενδομήτριου και, μετά την ωοθυλακιορρηξία, η προγεστερόνη που εκκρίνεται από το ωχρό σωμάτιο καθιστά δυνατή την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου.

 

Αυτό περιορίζει την περαιτέρω ανάπτυξη του ενδομητρίου πριν την εμφάνιση της εμμήνου ρύσεως, την οποία προκαλεί η ραγδαία πτώση των οιστρογόνων και της προγεστερόνης.

 

Όταν το ενδομήτριο βρίσκεται εκτός της μητρικής κοιλότητας τότε γίνεται λόγος για ενδομητρίωση.

 

Η ενδομητρίωση είναι μια συχνή καλοήθης πάθηση που αρκετές φορές ανιχνεύεται τυχαία , άλλοτε όμως εμφανίζει αρκετά και έντονα κλινικά συμπτώματα.

 

 

ΓΙΑΤΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΤΑΙ Η ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗ;

 

Κατά την έμμηνο ρύση, το ενδομήτριο ρέει αντίστροφα από την μήτρα προς την κοιλιακή κοιλότητα μέσω των σαλπίγγων.

 

Σε κάποιες περιπτώσεις, το ενδομήτριο μπορεί να εμφυτευτεί στο περιτόναιο (μεμβράνη που περικλείει τα όργανα της κοιλιακής κοιλότητας) και να εξαπλωθεί στα επιφανειακά και στα βαθύτερα στρώματά του.

 

Η αδυναμία αποβολής του ενδομητρίου σε αυτή την μορφή οδηγεί στην εμφάνιση της ενδομητρίωσης.

 

ΠΟΥ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ Η ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗ;

 

Η ενδομητρίωση εμφανίζεται υπό μορφή πολλαπλών μικρών εστιών μαύρου ή κόκκινου χρώματος ή με συμφύσεις (μεμβράνες που συγκολλούν τα όργανα μεταξύ τους).

 

Οι περιοχές όπου εμφανίζεται συχνότερα ενδομητρίωση είναι:

 

  • Στο περιτόναιο
  • Στις ωοθήκες ,σχηματίζοντας κύστεις μεταβλητού μεγέθους
  • Στα τοιχώματα των σαλπίγγων
  • Μεταξύ ουροδόχου κύστης και μήτρας
  • Μεταξύ μήτρας και ορθού ,όπου μπορούν να διεισδύσουν σε βάθος

 

Σε σπανιότερες περιπτώσεις, η ενδομητρίωση μπορεί να εμφανισθεί και σε άλλα όργανα (πεπτικό σωλήνα, ουροδόχο κύστη, δέρμα, πνεύμονες κλπ.).

 

Από την έκταση των εστιών της ενδομητρίωσης προσδιορίζεται και ο βαθμός της νόσου.

 

 

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ-ΠΙΘΑΝΕΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ

 

1. ΠΟΝΟΣ

 

Μπορεί να προκληθεί με πολλούς τρόπους:

 

  • Δυσμηνόρροια :είναι πόνος που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια και προς το τέλος της έμμηνου ρύσης με σταδιακή επιδείνωση. Δεν χαρακτηρίζει αποκλειστικά την ενδομητρίωση.
  • Δυσπαρεύνια: είναι πόνος που εμφανίζεται κατα τη σεξουαλική επαφή. Εστιάζεται συνήθως στο βάθος και στην οπίσθια μοίρα του κόλπου και γίνεται εντονότερος λίγο πριν την έμμηνο ρύση.
  • Χρόνιο πυελικό άλγος: εμφανίζεται στην ευρύτερη κοιλιακή χώρα και επιδεινώνεται κατά την διάρκεια της ωοθυλακιορρηξίας και της έμμηνου ρύσης.
  • Πόνος κατά την κένωση του εντέρου.
  • Δυσουρία :επώδυνη ούρηση. Η εμφάνιση των πόνων έχει σχέση με την ύπαρξη περιτοναικής ενδομητρίωσης, η οποία κατά την έμμηνο ρύση εμφανίζει αιμορραγία και αναπτύσσεται εν τω βάθει.

 

 

2. ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ

 

Η συσχέτιση ενδομητρίωσης / υπογονιμότητας είναι συχνή, δίχως ωστόσο να είναι δυνατόν να καθορισθεί ποια είναι συνέπεια της άλλης.

 

Στις υπογόνιμες γυναίκες η ενδομητρίωση ανιχνεύεται σε περίπου 30% των περιπτώσεων.

 

Πολλές υπογόνιμες γυναίκες δεν παρουσιάζουν καμία κλινική ένδειξη ύπαρξης ενδομητρίωσης και η νόσος μπορεί να διαγνωστεί μόνο με λαπαροσκόπηση.

 

Άλλα κλινικά συμπτώματα της ενδομητρίωσης μπορεί να είναι τα εξής:

 

  • Παρατεταμένη έμμηνος ρύση (μηνορραγία)
  • Εκδήλωση αιματουρίας (εστίες ενδομητρίωσης στην οθροδόχο κύστη ) ή εντερορραγίας (εστίες ενδομητρίωσης στον πεπτικό σωλήνα).

 

 

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ;

 

Η κλινική εξέταση μπορεί να προσφέρει απλώς ενδείξεις για την ύπαρξη ενδομητρίωσης.

 

  1. Η εξέταση του τραχήλου της μήτρας με κολποσκόπιο παρέχει τη δυνατότητα ανεύρεσης γαλαζωπών ή κοκκινωπών εστιών πάνω στον τράχηλο ή στην οπίσθια επιφάνεια του θόλου του κόλπου.
  2. Η κλινική εξέταση προκαλεί συνήθως ευαισθησία κατά την ψηλάφηση του τραχήλου.
  3. Η υστεροσαλπιγγογραφία (ακτινογραφία της μήτρας και των σαλπιγγών) που διενεργείται από ακτινολόγο στην αρχή του εμμηνορυσιακού κύκλου, μπορεί να αναδείξει συμφύσεις πέριξ των σαλπίγγων .
  4. Το κοιλιακό υπερηχογράφημα (με γεμάτη ουροδόχο κύστη )και το διακολπικό υπερηχογράφημα (με άδεια ουροδόχο κύστη) επιτρέπουν την ανεύρεση κυστών στις ωοθήκες (μεγέθους άνω των 3 εκατοστών ).

 

 

Αρκετά συχνά, είναι δύσκολη η διαφορική διάγνωση από τις λειτουργικές κύστεις.

 

Η ενδομητρίωση μπορεί να διαγνωστεί μόνον με λαπαροσκόπηση μετά από ιστολογική εξέταση του ιστού (πραγματοποιείται σε χώρο χειρουργείου με χρήση γενικής αναισθησίας στα πλαίσια αυθημερόν ή μονοήμερης εισαγωγής σε νοσοκομείο).

 

Επιπλέον μπορεί να προσδιοριστεί ο βαθμός εξάπλωσης της ενδομητρίωσης και να αντιμετωπιστεί άμεσα χειρουργικά η νόσος.

 

Μπορούν ενδεχομένως να γίνουν και άλλες εξετάσεις όπως μαγνητική τομογραφία, προκειμένου να εντοπιστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια οι εστίες της ενδομητρίωσης.

 

 

 

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ – ΘΕΡΑΠΕΙΑ

 

Η θεραπευτική αγωγή σε συμπτωματική ενδομητρίωση αποσκοπεί κυρίως στην ανακούφιση από τα συμπτώματα καθώς επίσης και στη μείωση της πιθανότητας υποτροπών ή εξέλιξης της πάθησης.

 

Ακόμη και σε περίπτωση αποτελεσματικής θεραπείας \, στο 20% των ασθενών η ενδομητρίωση μπορεί να υποτροπιάσει και να εμφανισθεί με την ίδια μορφή που αρχικά διαγνώσθηκε ή με κάποια άλλη μορφή.

 

Η αντιμετώπιση μπορεί να γίνει:

  1. με φάρμακα που διακόπτουν την ορμονική διέγερση του ενδομητρίου
  2. χειρουργική επέμβαση συγχρόνως με την διαγνωστική λαπαροσκόπηση με στόχο την εξάλειψη και απομάκρυνση των εστιών ενδομητρίωσης από όλα τα σημεία όπου εντοπίζεται (ιδιαίτερα σε περιπτώσεις υπογονιμότητας)
  3. με συνδυασμό των δύο προηγούμενων θεραπευτικών μεθόδων.

 

Η επιλογή της θεραπευτικής μεθόδου εξαρτάται από παράγοντες όπως η ύπαρξη υπογονιμότητας, η ηλικία της ασθενούς και η βαρύτητα και έκταση της νόσου.

 

Η φαρμακευτική αγωγή διαρκεί συνήθως 3-6 μήνες.

 

Σε περιπτώσεις υπογονιμότητας και σε προχωρημένα στάδια της νόσου, ενδεχομένως να κριθεί απαραίτητη η προσφυγή στην εξωσωματική γονιμοποίηση.