05 Αυγ Καθ’έξιν αποβολές
Καθ’έξιν αποβολές
Καθ’ έξιν ή επανειλημμένες αυτόματες αποβολές αποκαλούνται οι επαναλαμβανόμενες συνεχείς αποβολές, τριών ή περισσοτέρων κλινικά αναγνωρισμένων κυήσεων
Οι καθ’ έξιν αποβολές ταξινομούνται σε πρωτοπαθείς και δευτεροπαθείς
- Ο όρος πρωτοπαθείς αποβολές αναφέρεται σε γυναίκες που έχουν τρεις ή περισσότερες συνεχόμενες αυτόματες αποβολές, με τον ίδιο σύντροφο και καμία κύηση μετά την 20ή εβδομάδα. Η κατάσταση αυτή συναντάται σε μία από 144 κυήσεις και είναι υπεύθυνη για το 6% των εμβρυϊκών απωλειών.
- Ο όρος δευτεροπαθείς αποβολές αναφέρεται σε γυναίκες που είχαν τρεις αυτόματες αποβολές, με τον ίδιο σύντροφο, μετά την γέννηση ενός παιδιού ή μετά από έναν ενδομήτριο θάνατο. Η κατάσταση αυτή συναντάται σε μία στις 500 κυήσεις και είναι υπεύθυνη για το 1,5% των εμβρυϊκών απωλειών.
Ως πιθανά αίτια των καθ’έξιν αποβολών, διακρίνονται σε ανατομικά , γενετικά αίτια, ορμονικές διαταραχές, ανοσολογικά αίτια, αιματολογικές διαταραχές και λοιμώξεις
Αν κάνουμε μια πιο αναλυτική ταξινόμηση τα λέγαμε ότι:
Τα γενετικά αίτια είναι ίσως η πιο συχνή αιτία για μια αποβολή. Φαίνεται πως πάνω από το 50% πρώιμων αποβολών οφείλεται σε χρωμοσωμικές ανωμαλίες. Στη συντριπτική πλειοψηφία πρόκειται για de novo, σποραδικές μεταλλάξεις που συνέβησαν αυτόματα, χωρίς να έχει κληρονομηθεί κάποιο πρόβλημα από τους γονείς. Κληρονομικότητα ενοχοποιείται μόνο για το 2-4% των αποβολών.
Συνεχίζοντας θα λέγαμε οτι οι ανατομικοί λόγοι που προδιαθέτουν και οδηγούν σε μια αποβολή είναι:
- Διαφράγματα στη μήτρα.
- Ανωμαλίες στο σχήμα της μήτρας (μονόκερος, δίκερος,δίδελφος κλπ)
- Συνηθέστατο αίτιο είναι τα ινομυώματα, εκείνα της ενδομήτριας κοιλότητας δηλαδή τα υποβλενογόνια.
Τα αίτια αυτά στην πλειοψηφία τους μπορούν να αντιμετωπιστούν χειρουργικά (συνήθως με συνδυασμό υστεροσκόπησης και λαπαροσκόπησης).
Ένας ακόμη λόγος για αποβολή στο 1ο τρίμηνο της κύησης είναι τα σοβαρά ενδοκρινολογικά προβλήματα.
Ο υπερθυρεοειδισμός, ο υποθυρεοειδισμός και ο σακχαρώδης διαβήτης, θα πρέπει να ελέγχονται πριν την έναρξη μιας εγκυμοσύνης ή τουλάχιστον να ρυθμιστούν το ταχύτερο δυνατόν, μετά την έναρξή της ώστε η γυναίκα να είναι ευθυρεοειδική και με φυσιολογική καμπύλη σακχάρου.
Η υπερπρολακτιναιμία είναι επίσης μια συνηθισμένη διάγνωση. Ήπια υπερπρολακτιναιμία παρατηρείται συχνά σε γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.
Οι ήπιες καταστάσεις αντιμετωπίζονται με φάρμακα αλλά σε περίπτωση μακροαδενωμάτων είναι αρκετά μεγάλα και συνιστάται η χειρουργική αφαίρεσή τους.
Άλλο ένα θέμα που έχει γίνει αντικείμενο μεγάλων συζητήσεων. Κατά την εμφύτευση του εμβρύου και στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, πρέπει να υπάρχει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της, από τη μια πλευρά, καλής αιμάτωσης και σχηματισμού νέων αγγείων στο έμβρυο και τον πλακούντα και από την άλλη της ανάγκης για καλή πήξη του αίματος για να μην εμφανίζονται αιμορραγίες και αιματώματα που θα οδηγήσουν σε θάνατο και αποβολή του εμβρύου. Εάν διαταραχθεί η ισορροπία αυτή, θα υπάρξει είτε θρόμβωση των αγγείων με επακόλουθο θάνατο του εμβρύου είτε αιμορραγία. Υπάρχουν ορισμένες διαταραχές που σχετίζονται με διαταραχές της πήξης. Συνηθέστερα βλέπουμε μεταλλάξεις του παράγοντα V Leiden, και της προθομβίνης. Πιο σπάνια βλέπουμε έλειψη των προτεϊνών C, S και της αντιθρομβίνης ΙΙΙ. Επίσης αρκετά συχνά βλέπουμε και το λεγόμενο αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο (σχετίζεται με τις εξετάσεις που ζητούν οι γιατροί: αντιπηκτικά του λύκου, αντικαρδιολιπιδικά αντισώματα κλπ).
Η γυναίκα με καθ’έξιν αποβολές, θα πρέπει να κάνει εξετάσεις για την πρωτεϊνη C, έλεγχο προθρομβίνης, υπερ-ομοκυστεναιμία και αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα.
Ειδικά για τις γυναίκες με αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα, έχουν δοκιμαστεί διάφορες θεραπείες. Έχει φανεί πως η ασπιρίνη μόνη της, δε βελτιώνει την πρόγνωση στις καθ’έξιν αποβολές. Στις γυναίκες που δεν πάσχουν από θρόμβωση χρησιμοποιούμε πρφυλακτικά, ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους σε συνδυασμό με μικρή δόση ασπιρίνης.
Το υπερβολικό σωματικό βάρος όσο και το πολύ χαμηλό βάρος της μητέρας, έχουν συσχετιστεί με αυξημένη συχνότητα αποβολών. Μια γυναίκα με καθ’έξιν αποβολές και ακραίο σωματικό βάρος, θα πρέπει να μην επιχειρήσει νέα εγκυμοσύνη αν δεν έχει φυσιολογικό βάρος σώματος για το ύψος της.
Άλλοι παράγοντες που συσχετίζονται με καθ’έξιν αποβολές, είναι το κάπνισμα, η υπερκατανάλωση καφέ και αλκοόλ
Τέλος σε ποσοστό 50% των περιπτώσεων, δεν ανευρίσκεται μια ξεκάθαρη αιτία για τις αποβολές, και οι εξετάσεις αποβαίνουν φυσιολογικές.
Το σίγουρο και το αισιόδοξο είναι πως την σύγχρονη εποχή που ζούμε και την εμπειρία των γυναικολόγων με την κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση αλλά και την σωστή ιατρική παρακολούθηση η γυναίκα θα οδηγηθεί με αυτό που πάντα θα ήθελε, δηλαδή ένα υγιές παιδί στην αγκαλιά της.
Με τιμή Ιωάννης Καλογήρου DFFP,DRCOG
Μαιευτήρας Γυναικολόγος